Σελίδες

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Η υπερθέρμανση του πλανήτη θα επιδεινώσει την επισιτιστική κρίση


Οι πρόσφατες καταιγίδες και ξηρασίες που προκάλεσαν την κατακόρυφη αύξηση στις τιμές των ειδών διατροφής είναι μια πρόγευση των δεινών που θα έρθουν όταν η κλιματική αλλαγή θα γίνει εντονότερα αισθητή, ανακοίνωσε η Oxfam.

Η έκθεση της βρετανικής μη κυβερνητικής οργάνωσης υπογραμμίζει ότι η «απογείωση» των τιμών στο σιτάρι, το καλαμπόκι και το σόργο εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων έριξε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους στη φτώχεια τους τελευταίους 18 μήνες. «Αυτό θα επιδεινώνεται όσο οι κλιματικές αλλαγές θα επιταχύνονται και η γεωργία νιώσει τις συνέπειές τους», δηλώνει η Κέλι Ντεντ της Oxfam. «Όταν ένα καιρικό φαινόμενο οδηγεί σε πολύ μεγάλη αύξηση των τιμών, αυτό προκαλεί ένα διπλό σοκ στις πιο ευάλωτες πληθυσμιακές ομάδες. Πρέπει να αντιμετωπίσουν πιο υψηλές τιμές των διατροφικών προϊόντων, ενώ οι φυσικές καταστροφές έχουν επίσης αποδεκατίσει τα ζώα τους και έχουν καταστρέψει τα σπίτια και τα αγροκτήματά τους», προσθέτει. Το 2010 ένα κύμα καύσωνα στη Ρωσία και την Ουκρανία είχε προκαλέσει μια αύξηση 60% με 80% των τιμών παγκοσμίως του σιταριού σε μια περίοδο τριών μηνών.
Τον Απρίλιο του 2011 οι τιμές είχαν ήδη αυξηθεί στο 85% του επιπέδου τους του Ιουνίου 2010, τονίζει. Στη Σομαλία τον περασμένο Ιούλιο η τιμή του σόργου ήταν 393% πάνω από τη μέση τιμή του των τελευταίων πέντε χρόνων, ενώ οι τιμές του καλαμποκιού στην Αιθιοπία και την Κένυα αυξήθηκαν κατά 191% και 161% αντίστοιχα, αντανακλώντας τις συνέπειες της ξηρασίας στο Κέρας της Αφρικής.
Την ίδια περίοδο, καταιγίδες και τυφώνες στη νοτιοανατολική Ασία προκάλεσαν την άνοδο της τιμής του ρυζιού στην Ταϊλάνδη και το Βιετνάμ. Το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο οι τιμές αυξήθηκαν 25% με 30% σε σχέση με εκείνες πριν από ένα χρόνο. Στην έκδοση του Νοεμβρίου της έκθεσης εποπτείας της, η Παγκόσμια Τράπεζα υπογραμμίζει ότι ο παγκόσμιος δείκτης τιμών των διατροφικών προϊόντων παρέμεινε κατά 19% πάνω από το επίπεδο του Σεπτεμβρίου 2010, με μια σημαντική απόκλιση ανάλογα με τη χώρα και το προϊόν. Η ΜΚΟ υπενθυμίζει ότι η Ομάδα των εμπειρογνωμόνων του ΟΗΕ για το Κλίμα, η GIEC, ανακοίνωσε πρόσφατα ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη επισπεύδει στο εξής τα κύματα καύσωνα και ραγδαίων βροχοπτώσεων τις οποίες διαδέχονται πλημμύρες ενώ τα φαινόμενα αυτά θα ενταθούν.
ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΞΕΙΔΙΟΥ
Πάντως όπως αποδεικνύουν νεότερα δεδομένα, οι παγκόσμιες θερμοκρασίες είναι πιθανώς λιγότερο ευαίσθητες στο αυξανόμενο επίπεδο του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, από ό,τι θεωρούσαν έως τώρα οι επιστήμονες, σύμφωνα με εκτιμήσεις, που δεν ανατρέπουν μεν τη γνωστή εικόνα της επιδεινούμενης κλιματικής αλλαγής, αλλά πάντως υποστηρίζουν ότι ο κίνδυνος είναι λιγότερο επείγων και ότι η θερμοκρασία μέσα στον 21ό αιώνα θα αυξηθεί λιγότερο από το αναμενόμενο.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων Χάρβαρντ, Πρίνστον, Κορνέλ κ.ά., με επικεφαλής τον Ανδρέα Σμίτνερ του πολιτειακού πανεπιστημίου του Όρεγκον, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό «Science», σύμφωνα με το BBC και το «New Scientist», χρησιμοποίησαν παλαιοκλιματολογικά δεδομένα, ενώ τα προηγούμενα κλιματολογικά μοντέλα είχαν χρησιμοποιήσει κυρίως μετεωρολογικά στοιχεία των τελευταίων 150 ετών για να εκτιμήσουν το μέτρο ανταπόκρισης (δηλαδή την ευαισθησία) της θερμοκρασίας και γενικότερα του κλίματος σε σχέση με το αυξανόμενο διοξείδιο του άνθρακα, το οποίο συνεχώς συσσωρεύεται στην ατμόσφαιρα και έχει σήμερα πια σχεδόν διπλασιαστεί σε σχέση με τα επίπεδα προ της βιομηχανικής επανάστασης.
Μελετώντας την εξέλιξη των επιφανειακών θερμοκρασιών κατά το αποκορύφωμα της τελευταίας παγετωνικής περιόδου, πριν από περίπου 21.000 χρόνια, δηλαδή σε μία περίοδο που οι άνθρωποι δεν επηρέαζαν το κλίμα με τις δραστηριότητές τους και όταν το διοξείδιο στην ατμόσφαιρα ήταν πολύ πιο λίγο, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η θερμοκρασία ήταν κατά μέσο όρο μόνο 2,2 βαθμούς Κελσίου πιο χαμηλή από τη σημερινή. Οι ερευνητές θεωρούν ότι η θερμοκρασία τότε θα έπρεπε να ήταν ακόμα πιο κρύα. «Αυτό σημαίνει ότι η επίδραση του διοξειδίου του άνθρακα στο κλίμα είναι μικρότερη από ό,τι νομίζαμε», τονίζει ο Σμίτνερ.